Γερμανική μετα-μελέτη αποδεικνύει την τεράστια ζημιά που προκαλούν οι μάσκες στους ανθρώπους

Δεν έχει δημοσιευθεί μέχρι και σήμερα καμία σοβαρή επιστημονική μελέτη που να αποδεικνύει οτι υπάρχει το παραμικρό όφελος από την χρήση μάσκας στον ευρύτερο πληθυσμό. Αντιθέτως, υπάρχουν επιστημονικά καθαρές μελέτες, όπως η μελέτη απο τη Δανία, που αποδεικνύουν ότι δεν υπάρχει διαφορά στον αριθμό των λοιμώξεων μεταξύ των ατόμων που φορούν μάσκα και των ατόμων χωρίς μάσκα. Από την άλλη πλευρά, αυτή η νέα μετα-μελέτη(για την οποία είχαμε ήδη γράψει εδώ), δείχνει την μεγάλη πιθανότητα να υπάρξουν εκτεταμένες βλάβες από τη συνεχόμενη χρήση μάσκας.

Συνολικά 65 επιστημονικές εργασίες σχετικά με τις μάσκες προκρίθηκαν για αξιολόγηση με βάση το περιεχόμενό τους. Αυτές περιλάμβαναν 14 ανασκοπήσεις και δύο μετα-αναλύσεις.

Από τις μαθηματικά αξιολογούμενες 44 εργασίες με σημαντικές αρνητικές επιδράσεις μάσκας, 22 δημοσιεύθηκαν το 2020 και 22 δημοσιεύθηκαν πριν από την επιδημία του COVID-19. Από αυτές τις 44 δημοσιεύσεις, οι 31 (70%) ήταν πειραματικές και οι υπόλοιπες ήταν μελέτες παρατήρησης (30%). Τριάντα δημοσιεύσεις αφορούσαν χειρουργικές μάσκες (68%), 30 δημοσιεύσεις αφορούσαν μάσκες N95 (68%) και μόνο 10 μελέτες αφορούσαν υφασμάτινες μάσκες (23%).

Ijerph 18 04344 g002
Σύνοψη που περιλαμβάνει και τις 44 εξεταζόμενες μελέτες με ποσοτικοποιημένες, σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες απο τη χρήση μάσκας

Παρά τις διαφορές μεταξύ των πρωτογενών μελετών, οι συγγραφείς κατάφεραν στην ποσοτική ανάλυση να καταδείξουν μια στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ των αρνητικών συνοδών επιδράσεων της εξάντλησης του οξυγόνου στο αίμα και της κόπωσης στους χρήστες μάσκας .

Εννέα από τις 11 επιστημονικές εργασίες (82%) διαπίστωσαν αύξηση του διοξειδίου του άνθρακα κατά τη χρήση μάσκας. Παρόμοιο αποτέλεσμα παρατηρήθηκε για τις μειώσεις του κορεσμού του οξυγόνου και την αναπνευστική δυσλειτουργία σε έξι από τις εννέα σχετικές μελέτες (67%). Οι μάσκες N95 (μάσκες FFP2) συσχετίστηκαν με πονοκέφαλο σε έξι από τις δέκα μελέτες (60%). Η στέρηση οξυγόνου υπό μάσκες τύπου N95 ανιχνεύθηκε σε οκτώ από τις έντεκα πρωτογενείς μελέτες (72 %). Η αύξηση της θερμοκρασίας του δέρματος κάτω από τις μάσκες συσχετίστηκε με κόπωση στο 50% (τρεις από τις έξι πρωτογενείς μελέτες). Σε επτά από τις οκτώ μελέτες (88%) διαπιστώθηκε διπλή εμφάνιση των φυσικών παραμέτρων αύξηση της θερμοκρασίας και αναπνευστική δυσλειτουργία. Η συνδυασμένη εμφάνιση των φυσικών παραμέτρων αύξησης της θερμοκρασίας και της υγρασίας κάτω από τη μάσκα διαπιστώθηκε σε έξι από τις έξι μελέτες και οι ενδείξεις αυτών των παραμέτρων ήταν σημαντικές.

Η ανασκόπηση της βιβλιογραφίας επιβεβαιώνει ότι στον τομέα της παθολογικής ιατρικής συμβαίνουν σχετικά ανεπιθύμητα ιατρικά φαινόμενα και προβλήματα οργάνων και οργανικών συστημάτων που σχετίζονται με τη χρήση μάσκας (τουλάχιστον 11 δημοσιεύσεις). Ο κατάλογος περιλαμβάνει τη νευρολογία (επτά δημοσιεύσεις), την ψυχολογία (περισσότερες από 10 δημοσιεύσεις), την ψυχιατρική (τρεις δημοσιεύσεις), τη γυναικολογία (τρεις δημοσιεύσεις), τη δερματολογία (τουλάχιστον 10 δημοσιεύσεις), της ωτορινολαρυγγολογίας (τέσσερις δημοσιεύσεις), της οδοντιατρικής (μία δημοσίευση), της αθλητικής ιατρικής(τέσσερις δημοσιεύσεις), της κοινωνιολογίας (περισσότερες από πέντε δημοσιεύσεις), της υγείας στον χώρο της απασχόλησης (περισσότερες από 14 δημοσιεύσεις), της μικροβιολογίας (τουλάχιστον τέσσερις δημοσιεύσεις), της επιδημιολογίας (περισσότερες από 16 δημοσιεύσεις) ,της παιδιατρικής (τέσσερις δημοσιεύσεις) και της περιβαλλοντικής ιατρικής (τέσσερις δημοσιεύσεις).

Η πρακτική απόδειξη δείχνει ότι οι χώρες χωρίς περιορισμούς μάσκας έχουν καλύτερη ανάπτυξη από άλλες. Αυτό φαίνεται στο παράδειγμα της Σουηδίας στον ακόλουθο πίνακα:

Γενικές σωματικές και παθολογικές επιδράσεις για τον χρήστη μάσκας

Ήδη το 2005, αποδείχθηκε σε μια πειραματική εργασία (randomized Crossover-Study) ότι η χρήση χειρουργικών μασκών σε υγιές ιατρικό προσωπικό (15 άτομα, 18-40 ετών) οδηγεί σε μετρήσιμες φυσικές επιδράσεις με αυξημένα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα μετά από 30 λεπτά. Ο ρόλος του όγκου του “νεκρού χώρου” και της κατακράτησης CO2 ως αιτία της σημαντικής μεταβολής των αερίων του αίματος στην πορεία προς την υπερκαπνία (αυξημένη περιεκτικότητα σε διοξείδιο του άνθρακα στο αίμα), επισημάνθηκε σε αυτό το άρθρο. Οι μάσκες επεκτείνουν τον φυσικό νεκρό χώρο (μύτη, λαιμός, τραχεία, βρόγχοι) προς τα έξω και πέρα από το στόμα και τη μύτη.

Η πειραματική αύξηση του όγκου του νεκρού χώρου κατά τη διάρκεια της αναπνοής αυξάνει την κατακράτηση διοξειδίου του άνθρακα (CO2) σε κατάσταση ηρεμίας και κατά τη διάρκεια της άσκησης και αντίστοιχα αυξάνει τη μερική πίεση του διοξειδίου του άνθρακα pCO2 στο αίμα.

Εκτός από την αυξημένη αναπνοή διοξειδίου του άνθρακα (CO2) μέσω του νεκρού χώρου, οι επιστήμονες αναφέρουν επίσης την επίδραση της αυξημένης αντίστασης στην αναπνοή κατά τη χρήση μάσκας. Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα, οι χρήστες μάσκας παρουσιάζουν συνολικά μια εντυπωσιακή συχνότητα τυπικών, μετρήσιμων, φυσιολογικών αλλαγών που σχετίζονται με τις μάσκες.

Σε μια πρόσφατη μελέτη σε οκτώ άτομα, οι μετρήσεις της περιεκτικότητας των αερίων σε οξυγόνο (μετρούμενο σε O2 vol%) και διοξείδιο του άνθρακα (μετρούμενο σε CO2 ppm) στον αέρα υπό μάσκα έδειξαν χαμηλότερη διαθεσιμότητα οξυγόνου ακόμη και σε κατάσταση ηρεμίας από ό,τι χωρίς μάσκα. Κατά τη στιγμή της μελέτης, ο μετρητής ήταν ο πιο προηγμένος φορητός πολυμεταβλητός αναλυτής αερίων σε πραγματικό χρόνο. Χρησιμοποιείται επίσης στην ιατρική διάσωσης και στις επιχειρησιακές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Η απόλυτη συγκέντρωση οξυγόνου (O2 Vol%) στον αέρα κάτω από τις μάσκες ήταν με 18,3% σε σύγκριση με τη συγκέντρωση 20,9% του αέρα του δωματίου σημαντικά χαμηλότερη (μείον 12,4 Vol% O2 σε απόλυτους όρους). Ταυτόχρονα, μετρήθηκε μια, επικίνδυνη για την υγεία ,τιμή της συγκέντρωσης διοξειδίου του άνθρακα (CO2 Vol%) αυξημένη κατά 30 φορές σε σύγκριση με τον κανονικό αέρα δωματίου.

Τα φαινόμενα αυτά είναι υπεύθυνα για μια στατιστικά σημαντική αύξηση της περιεκτικότητας του αίματος σε διοξείδιο του άνθρακα (CO2) στους χρήστες μάσκας, η οποία μετράται διαδερμικά μέσω μιας αυξημένης τιμής PtcCO2 αφενός, και μέσω της μερικής πίεσης του διοξειδίου του άνθρακα ή της αρτηριακής μερικής πίεσης του διοξειδίου του άνθρακα αφετέρου.

Εκτός από την αύξηση των επιπέδων διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στο αίμα του χρήστη, μια άλλη συνέπεια των μασκών που έχει συχνά αποδειχθεί πειραματικά είναι η στατιστικά σημαντική πτώση του κορεσμού του οξυγόνου στο αίμα. Έχει διαπιστωθεί πτώση της μερικής πίεσης του οξυγόνου στο αίμα (PaO2) με αποτέλεσμα τη συνακόλουθη αύξηση του καρδιακού ρυθμού, καθώς και αύξηση του αναπνευστικού ρυθμού.

Μια στατιστικά σημαντική μετρήσιμη αύξηση του ρυθμού παλμών και μείωση του κορεσμού οξυγόνου SpO2 μετά την πρώτη και τη δεύτερη ώρα κάτω από μια μάσκα μίας χρήσης (χειρουργική μάσκα) ανέφεραν οι ερευνητές σε μια μελέτη που πραγματοποίησαν σε 53 εργαζόμενους νευροχειρουργούς.

Σε μια άλλη πειραματική μελέτη (μελέτη σύγκρισης), οι χειρουργικές μάσκες και οι μάσκες N95 προκάλεσαν σημαντική αύξηση του καρδιακού ρυθμού και αντίστοιχο αίσθημα εξάντλησης. Τα συμπτώματα αυτά συνοδεύονταν από αίσθημα θερμότητας και κνησμού λόγω της διείσδυσης της υγρασίας στις μάσκες σε 10 υγιείς εθελοντές και των δύο φύλων μετά από μόλις 90 λεπτά σωματικής δραστηριότητας. Η διείσδυση της υγρασίας προσδιορίστηκε μέσω αισθητήρων αξιολογώντας τα αρχεία καταγραφής.

Τα φαινόμενα αυτά αναπαράχθηκαν σε ένα άλλο πείραμα σε 20 υγιή άτομα που φορούσαν χειρουργικές μάσκες. Τα άτομα με μάσκες παρουσίασαν στατιστικά σημαντική αύξηση του καρδιακού και του αναπνευστικού ρυθμού, συνοδευόμενη από σημαντική μετρήσιμη αύξηση του διαδερμικού διοξειδίου του άνθρακα. Η αυξημένη αναπνοή διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από τον αυξημένο όγκο “νεκρού χώρου” στους χρήστες μάσκας μπορεί ως αντανάκλαση να προκαλέσει αυξημένη αναπνευστική δραστηριότητα με αυξημένη μυϊκή εργασία και την επακόλουθη πρόσθετη ζήτηση και κατανάλωση οξυγόνου.

Οι τεκμηριωμένες μεταβολές των αερίων του αίματος που προκαλούνται από τη μάσκα και τείνουν προς την υπερκαπνία (αυξημένο επίπεδο διοξειδίου του άνθρακα/CO2 στο αίμα) και την υποξία (μειωμένο επίπεδο οξυγόνου/O2 στο αίμα) μπορεί να οδηγήσουν σε πρόσθετες μη φυσικές επιδράσεις, όπως σύγχυση, μειωμένη ικανότητα σκέψης και αποπροσανατολισμό, συμπεριλαμβανομένης της γενικής εξασθένησης των γνωστικών ικανοτήτων και της μείωσης των ψυχοκινητικών ικανοτήτων. Αυτό αναδεικνύει τη σημασία των μεταβολών στις παραμέτρους των αερίων του αίματος (Ο2 και CO2) ως αιτία κλινικά σημαντικών ψυχολογικών και νευρολογικών επιπτώσεων.

Με την πρώτη ματιά, οι βλαβερές επιδράσεις που προκαλούνται από τη μάσκα είναι σχετικά μικρές, αλλά η επαναλαμβανόμενη έκθεση για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα είναι σημαντική. Αναμένονται μακροχρόνιες επιπτώσεις των μασκών που σχετίζονται με αρκετές νόσους. Από την άποψη αυτή, τα στατιστικά σημαντικά αποτελέσματα που βρέθηκαν στις μελέτες με μαθηματικά απτές διαφορές μεταξύ των ατόμων που φορούν μάσκα και των ατόμων χωρίς μάσκα είναι κλινικά σημαντικά. Δίνουν μια ένδειξη ότι με την αντίστοιχη επαναλαμβανόμενη και παρατεταμένη έκθεση σε φυσικές, χημικές, βιολογικές, φυσιολογικές και ψυχολογικές συνθήκες, οι οποίες είναι εν μέρει υποσυνείδητες, αλλά μετατοπίζονται σαφώς σε παθολογικά επίπεδα, μπορεί να αναπτυχθούν αλλαγές που μειώνουν την υγεία και κλινικές εκδηλώσεις, όπως υψηλή αρτηριακή πίεση και αρτηριοσκλήρυνση, συμπεριλαμβανομένης της στεφανιαίας νόσου (μεταβολικό σύνδρομο), καθώς και νευρολογικές ασθένειες.

Για μικρές αυξήσεις του διοξειδίου του άνθρακα στον εισπνεόμενο αέρα, οι επιδράσεις έχουν αποδειχθεί οτι σχετίζονται με την ανάπτυξη πονοκεφάλων, ερεθισμού της αναπνευστικής οδού έως και άσθματος, καθώς και αύξηση της αρτηριακής πίεσης και του καρδιακού ρυθμού με αγγειακές βλάβες και τελικά νευροπαθολογικές και καρδιαγγειακές συνέπειες. Ακόμη και οι ελαφρώς αλλά επίμονα αυξημένοι καρδιακοί παλμοί προάγουν το οξειδωτικό στρες μέσω αυξημένων φλεγμονωδών αγγελιοφόρων και τελικά τη διέγερση της αρτηριοσκλήρυνσης των αιμοφόρων αγγείων. Ένα παρόμοιο αποτέλεσμα με διέγερση της υπέρτασης, καρδιακή δυσλειτουργία και βλάβη στα αιμοφόρα αγγεία που τροφοδοτούν τον εγκέφαλο πιθανολογείται για ελαφρώς αυξημένους ρυθμούς αναπνοής για παρατεταμένες περιόδους. Οι μάσκες είναι υπεύθυνες για τις παραπάνω φυσιολογικές μεταβολές με αύξηση του εισπνεόμενου διοξειδίου του άνθρακα, μια μικρή συνεχή αύξηση του καρδιακού ρυθμού και μια μικρή αλλά συνεχή αύξηση του αναπνευστικού ρυθμού.

Για την καλύτερη κατανόηση των παρενεργειών και των κινδύνων των μασκών που παρουσιάζονται στην παρούσα βιβλιογραφική ανασκόπηση, μπορούν να χρησιμοποιηθούν γνωστές αρχές της αναπνευστικής φυσιολογίας.

Ο μέσος όγκος νεκρού χώρου κατά την αναπνοή σε ενήλικες είναι περίπου 150-180 ml και αυξάνεται σημαντικά όταν φοράτε μάσκα που καλύπτει το στόμα και τη μύτη. Με μια μάσκα FFP2/N95, για παράδειγμα, σε μια πειραματική μελέτη προσδιορίστηκε ο όγκος του νεκρού χώρου σε περίπου 98-168 mL. Αυτό αντιστοιχεί σε αύξηση του νεκρού χώρου που σχετίζεται με τη μάσκα κατά περίπου 65 έως 112 % στους ενήλικες και, συνεπώς, σχεδόν διπλασιασμό.

Τα πειράματα δείχνουν αύξηση της αντίστασης των αεραγωγών κατά 126% κατά την εισπνοή και 122% κατά την εκπνοή με μια μάσκα N95.

Αυτό δείχνει ξεκάθαρα πόσο σημαντική είναι η αντίσταση των αεραγωγών μιας μάσκας. Εδώ, η μάσκα λειτουργεί ως παράγοντας διαταραχής κατά την αναπνοή και καθιστά εύλογες τις παρατηρούμενες αντισταθμιστικές αντιδράσεις με αύξηση της αναπνευστικής συχνότητας με ταυτόχρονη αίσθηση δύσπνοιας (αυξημένη εργασία των αναπνευστικών μυών). Αυτό το πρόσθετο στρες λόγω της αυξημένης εργασίας της αναπνοής έναντι μεγαλύτερης αντίστασης λόγω των μασκών οδηγεί επίσης σε αυξημένη εξάντληση με αύξηση του καρδιακού ρυθμού και αυξημένη παραγωγή CO2.

Εσωτερικές παρενέργειες και κίνδυνοι – απόσπασμα από τη μελέτη

Το 2012, ένα πείραμα έδειξε ότι το περπάτημα αύξησε σημαντικά τον καρδιακό ρυθμό (κατά μέσο όρο +9,4 παλμούς ανά λεπτό, p < 0,001) και τον αναπνευστικό ρυθμό σε 20 άτομα με μάσκα σε σύγκριση με την ίδια δραστηριότητα χωρίς μάσκα. Σε μια πρόσφατη συγκριτική πειραματική μελέτη του 2020, 12 υγιείς εθελοντές παρουσίασαν μετρήσιμες βλάβες στις μετρούμενες παραμέτρους της πνευμονικής λειτουργίας, καθώς και στην καρδιοπνευμονική ικανότητα (χαμηλότερη μέγιστη απόκριση συγκέντρωσης γαλακτικού στο αίμα) κατά τη διάρκεια μέτριας έως βαριάς άσκησης σε σύγκριση με την άσκηση χωρίς μάσκες τόσο με χειρουργικές μάσκες όσο και με μάσκες N95.

Σε μια άλλη πρόσφατη μελέτη, οι ερευνητές δοκίμασαν υφασμάτινες μάσκες (μάσκες κοινότητας), χειρουργικές μάσκες και μάσκες FFP2/N95 σε 26 υγιή άτομα κατά τη διάρκεια άσκησης σε ποδηλατικό εργόμετρο. Όλες οι μάσκες παρουσίασαν μετρήσιμη κατακράτηση διοξειδίου του άνθρακα (CO2) και, στις μάσκες N95, μείωση του κορεσμού οξυγόνου SpO2. Η κλινική σημασία αυτών των αλλαγών φάνηκε από την αύξηση του αναπνευστικού ρυθμού με τις υφασμάτινες μάσκες και την εμφάνιση παραπόνων που σχετίζονται με τη μάσκα, όπως αίσθημα υπερθέρμανσης, δύσπνοια και πονοκέφαλος. Οι περισσότερες αναφορές αφορούσαν μάσκες FFP2 (72 %).

Οι προαναφερθείσες φυσιολογικές και υποκειμενικές φυσικές επιδράσεις των μασκών σε υγιή άτομα σε κατάσταση ηρεμίας και υπό άσκηση παρέχουν μια ένδειξη της επίδρασης των μασκών σε άρρωστα και ηλικιωμένα άτομα ακόμη και χωρίς άσκηση.

Νευρολογικές παρενέργειες και κίνδυνοι – απόσπασμα

Νευρολόγοι από το Ισραήλ, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ αναφέρουν στην επισκόπηση στοιχείων επιπέδου ΙΙΙ ότι η μάσκα είναι ακατάλληλη για τους επιληπτικούς, επειδή μπορεί να προκαλέσει υπεραερισμό. Η χρήση μάσκας αυξάνει σημαντικά τον ρυθμό αναπνοής κατά περίπου 15 έως 20%.

Γιατροί από τη Νέα Υόρκη μελέτησαν τις επιπτώσεις της χρήσης χειρουργικής μάσκας και μάσκας τύπου N95 στο ιατρικό προσωπικό σε δείγμα 343 συμμετεχόντων. Η χρήση των μασκών είχε ως αποτέλεσμα αποδεδειγμένες σωματικές βλάβες, όπως διαταραχές στη νόηση (24% των χρηστών) και πονοκεφάλους στο 71,4% των συμμετεχόντων. Στο 28% απο αυτούς, τα συμπτώματα επέμειναν και χρειάστηκε η χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής. Πονοκέφαλοι εμφανίστηκαν στο 15,2% κάτω από 1 ώρα χρήσης, στο 30,6% μετά από 1 ώρα χρήσης και στο 29,7% μετά από 3 ώρες χρήσης. Έτσι, το αποτέλεσμα αυξανόταν με την αύξηση του χρόνου χρήσης της μάσκας.

Σύγχυση, αποπροσανατολισμός, ακόμη και υπνηλία και μειωμένες κινητικές δεξιότητες με μειωμένη ανταπόκριση και συνολικά μειωμένη απόδοση ως αποτέλεσμα της χρήσης μάσκας έχουν επίσης καταγραφεί σε άλλες μελέτες.

Οι ερευνητές εξηγούν αυτές τις νευρολογικές βλάβες με μια συνεπαγόμενη από τη μάσκα λανθάνουσα μείωση της περιεκτικότητας του αίματος σε οξυγόνο O2 (προς υποξία) ή μια λανθάνουσα αύξηση της περιεκτικότητας του αίματος σε διοξείδιο του άνθρακα CO2 (προς υπερκαπνία). Με βάση τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα, η σχέση αυτή φαίνεται επίσης να είναι αδιαμφισβήτητη.

Σε ένα πείραμα με μάσκες που διεξήχθη το 2020, διαπιστώθηκε σημαντική διαταραχή της ικανότητας σκέψης και συγκέντρωσης για όλους τους τύπους μάσκας που χρησιμοποιήθηκαν (υφασμάτινες, χειρουργικές και μάσκες N95) μετά από μόλις 100 λεπτά χρήσης της μάσκας. Οι διαταραχές της σκέψης συσχετίστηκαν σημαντικά με την πτώση του κορεσμού του οξυγόνου κατά τη χρήση της μάσκας.

Σε μια άλλη μελέτη, οι ερευνητές ταξινόμησαν 306 χρήστες με μέση ηλικία 43 ετών που φορούσαν διαφορετικούς τύπους μάσκας, εκ των οποίων το 51% είχε αρχικό πονοκέφαλο ως ειδικό σύμπτωμα που σχετιζόταν αποκλειστικά με την αυξημένη χρήση χειρουργικών μασκών και μάσκας N95.

Ψυχολογικές παρενέργειες και κίνδυνοι – απόσπασμα

Η χρήση χειρουργικών μασκών και μασκών N95 μπορεί επίσης να οδηγήσει σε μειωμένη ποιότητα ζωής λόγω μειωμένης καρδιοαναπνευστικής ικανότητας, σύμφωνα με μια πειραματική μελέτη. Οι μάσκες μπορεί να προκαλέσουν σημαντική δυσφορία και αίσθημα εξάντλησης, εκτός από σωματικές αλλαγές και δυσφορία με την αύξηση της διάρκειας χρήσης.

Η μάσκα προκαλεί επίσης εξασθένιση του οπτικού πεδίου (ιδίως του εδάφους και των εμποδίων στο έδαφος) και αποτελεί αναστολή συνηθισμένων ενεργειών όπως το φαγητό, το ποτό, η αφή, το ξύσιμο και ο καθαρισμός του κατά τα άλλα ακάλυπτου τμήματος του προσώπου, το οποίο συνειδητά και ασυνείδητα βιώνεται ως μόνιμη διαταραχή, εμπόδιο και περιορισμός. Η χρήση μάσκας συνδέεται έτσι με την αίσθηση στέρησης της ελευθερίας και την απώλεια της αυτονομίας και του αυτοπροσδιορισμού, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε καταπιεσμένο θυμό και ασυνείδητη συνεχή απόσπαση της προσοχής, ιδίως επειδή η χρήση μάσκας συνήθως υπαγορεύεται και διατάσσεται από άλλους. Αυτές οι αντιλαμβανόμενες μειώσεις στην ακεραιότητα, τον αυτοπροσδιορισμό και την αυτονομία, σε συνδυασμό με τη δυσφορία, συχνά συμβάλλουν σε σημαντική απόσπαση της προσοχής και μπορεί τελικά να σχετίζονται με τη φυσιολογική μείωση των ψυχοκινητικών δεξιοτήτων που σχετίζεται με τη μάσκα, τη μειωμένη ανταπόκριση και τη συνολική μειωμένη γνωστική απόδοση. Οδηγεί σε λανθασμένη αντίληψη των καταστάσεων καθώς και σε καθυστερημένη, λανθασμένη και ακατάλληλη συμπεριφορά και σε μείωση της απόδοσης του χρήστη της μάσκας.

Σύμφωνα με μια έρευνα βάσει ερωτηματολογίου, οι μάσκες οδηγούν επίσης συχνά σε άγχος και αντιδράσεις ψυχογενετικού στρες στα παιδιά -όπως και στους ενήλικες- με αύξηση των ψυχοσωματικών ασθενειών και των ασθενειών που σχετίζονται με το στρες και καταθλιπτική αυτοεκτίμηση, μειωμένη συμμετοχή, κοινωνική απόσυρση και μειωμένη αυτοπερίθαλψη που σχετίζεται με την υγεία. Πάνω από το 50% των χρηστών της μάσκας που μελετήθηκαν είχαν τουλάχιστον ήπια καταθλιπτική διάθεση. Η πρόσθετη κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης που προκαλεί άγχος και συχνά είναι υπερβολική μπορεί να το επιδεινώσει. Μια πρόσφατη αναδρομική ανάλυση των γενικών μέσων ενημέρωσης που σχετίζονται με την επιδημία του Έμπολα το 2014 έδειξε επιστημονική ακρίβεια μόνο στο 38% όλων των δημοσιευμένων πληροφοριών. Συνολικά, οι ερευνητές χαρακτήρισαν το 28% των πληροφοριών ως προκλητικές και πολωτικές και το 42% ως υπερβολικές ως προς τους κινδύνους. Επιπλέον, το 72% του περιεχομένου των μέσων ενημέρωσης αποσκοπούσε στην πρόκληση αρνητικών συναισθημάτων σχετικά με την υγεία. Το αίσθημα του φόβου, σε συνδυασμό με την ανασφάλεια και την αρχέγονη ανθρώπινη ανάγκη συνύπαρξης , δημιουργεί μια κοινωνική δυναμική που φαίνεται εν μέρει αβάσιμη από ιατρική και επιστημονική άποψη.

Η μάσκα, η οποία αρχικά εξυπηρετούσε καθαρά υγειονομικούς σκοπούς, έχει μετατραπεί σε σύμβολο συμμόρφωσης και ψευδο-αλληλεγγύης. Ο ΠΟΥ, για παράδειγμα, αναφέρει οτι οφελεί να φορούν οι υγιείς άνθρωποι μάσκες σε δημόσιο χώρο ως πιθανή μείωση του στιγματισμού για τους ανθρώπους που επιθυμούν την χρήση της μάσκας, την αίσθηση ότι συμβάλλουν στην πρόληψη της εξάπλωσης του ιού και την υπενθύμιση της συμμόρφωσης με άλλα μέτρα.

Ψυχιατρικές παρενέργειες και κίνδυνοι – απόσπασμα

Είναι ενδιαφέρον ότι οι εξετάσεις πρόκλησης αναπνοής με εισπνοή CO2 χρησιμοποιούνται για τη διαφοροποίηση των καταστάσεων άγχους στις διαταραχές πανικού και την προεμμηνορροϊκή δυσφορία από άλλες ψυχιατρικές κλινικές εικόνες. Εδώ, οι απόλυτες συγκεντρώσεις 5% CO2 αρκούν για να προκαλέσουν αντιδράσεις πανικού εντός 15-16 λεπτών. Η φυσιολογική περιεκτικότητα του CO2 στον εκπνεόμενο αέρα είναι περίπου 4%.

Η ενεργοποίηση του locus coeruleus από το CO2 χρησιμοποιείται για τη δημιουργία αντιδράσεων πανικού μέσω των αναπνευστικών αερίων. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο locus coeruleus αποτελεί σημαντικό τμήμα του συστήματος των αυτόνομων νοραδρενεργικών νευρώνων, ενός κέντρου ελέγχου στο στέλεχος του εγκεφάλου που ανταποκρίνεται σε κατάλληλο ερέθισμα και σε αλλαγές στις συγκεντρώσεις αερίων στο αίμα απελευθερώνοντας τη νοραδρεναλίνη, την ορμόνη του στρες.

Κατα την χρήση μάσκας, παρατηρήθηκε σύγχυση, διαταραχή της σκέψης, αποπροσανατολισμός και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μείωση της μέγιστης ταχύτητας και του χρόνου αντίδρασης.

Γυναικολογικές παρενέργειες και κίνδυνοι – απόσπασμα.

Ως κρίσιμη μεταβλητή, ένα χαμηλό επίπεδο διοξειδίου του άνθρακα στο αίμα στις έγκυες γυναίκες διατηρείται μέσω ενός αυξημένου αναπνευστικού λεπτού όγκου που διεγείρεται από την προγεστερόνη. Υπάρχει μεταβολική ζήτηση για μια κλιμάκωση διοξειδίου του άνθρακα (CO2) για μια έγκυο γυναίκα και το αγέννητο παιδί της. Το επίπεδο διοξειδίου του άνθρακα στο αίμα της μητέρας πρέπει να είναι πάντα χαμηλότερο από εκείνο του αγέννητου παιδιού, ώστε να διασφαλίζεται η διάχυση του CO2 από το εμβρυϊκό αίμα στη μητρική κυκλοφορία μέσω του πλακούντα.

Ως εκ τούτου, τα φαινόμενα που σχετίζονται με τη μάσκα και περιγράφονται, όπως οι μετρήσιμες αναπνευστικές φυσιολογικές μεταβολές με την αύξηση της αναπνευστικής αντίστασης, τον αυξημένο όγκο του “νεκρού χώρου” στη μάσκα και την κατακράτηση του εκπνεόμενου διοξειδίου του άνθρακα (CO2), είναι σημαντικά.

Σε μια συγκριτική μελέτη, 22 έγκυες γυναίκες που φορούσαν μάσκες N95 κατά τη διάρκεια 20 λεπτών άσκησης παρουσίασαν σημαντικά υψηλότερα επίπεδα CO2 με μέσες τιμές PtcCO2 από σε σύγκριση με 22 έγκυες γυναίκες χωρίς μάσκες.

Αντίστοιχα, σε μια άλλη παρεμβατική μελέτη, οι ερευνητές απέδειξαν ότι η αναπνοή μέσω μάσκας N95 (ισοδύναμη με FFP2) εμπόδιζε τον αερισμό σε 20 έγκυες γυναίκες σε κατάσταση ηρεμίας και κατά τη διάρκεια της άσκησης, με αποτέλεσμα την επιπρόσθετη καταπόνηση των μεταβολικών τους συστημάτων.

Δερματολογικές παρενέργειες και κίνδυνοι – απόσπασμα της μελέτης

Σε αντίθεση με τα ενδύματα που φοριούνται πάνω από το κλειστό δέρμα, οι μάσκες καλύπτουν περιοχές του σώματος κοντά στο στόμα και τη μύτη, δηλαδή μέρη του σώματος που εμπλέκονται στην αναπνοή.

Αυτό οδηγεί αναπόφευκτα όχι μόνο σε μια μετρήσιμη αύξηση της θερμοκρασίας, αλλά και σε μια απότομη αύξηση της υγρασίας λόγω της συμπύκνωσης του εκπνεόμενου αέρα, η οποία με τη σειρά της μεταβάλλει σημαντικά το φυσικό περιβάλλον του δέρματος. Επιπλέον, η ερυθρότητα, η τιμή του pH, η απώλεια υγρών μέσω του επιθηλίου του δέρματος, η αυξημένη ενυδάτωση και η παραγωγή σμήγματος αυξάνονται σημαντικά. Οι προϋπάρχουσες δερματικές παθήσεις όχι μόνο παρατείνονται αλλά και επιδεινώνονται από αυτές τις αλλαγές. Γενικά, το δέρμα γίνεται πιο ευαίσθητο σε λοιμώξεις και ακμή.

Οι συγγραφείς μιας πειραματικής μελέτης μπόρεσαν να αποδείξουν μια διαταραγμένη λειτουργία φραγμού του δέρματος σε 20 υγιείς συμμετέχοντες ήδη μετά από 4 ώρες χρήσης μάσκας, τόσο για τις χειρουργικές μάσκες όσο και για τις μάσκες N95. Επιπλέον, τα μικρόβια (βακτήρια, μύκητες και ιοί) συσσωρεύονται στο εξωτερικό και στο εσωτερικό των μασκών λόγω του ζεστού και υγρού περιβάλλοντος. Μπορούν να προκαλέσουν κλινικά σημαντικές μυκητιασικές, βακτηριακές ή ιογενείς λοιμώξεις.

Επιπλέον, μια περιοχή του δέρματος που εξελικτικά δεν είναι προσαρμοσμένη σε τέτοια ερεθίσματα εκτίθεται σε αυξημένη μηχανική καταπόνηση. Συνολικά, τα προαναφερθέντα γεγονότα οδηγούν σε δυσμενείς δερματολογικές επιδράσεις με ανεπιθύμητες δερματικές αντιδράσεις που σχετίζονται με τη μάσκα, όπως ακμή, δερματικά εξανθήματα στο πρόσωπο και συμπτώματα κνησμού(φαγούρα).

Περίληψη και συμπεράσματα

Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, υπάρχουν σαφείς, επιστημονικά αποδεδειγμένες δυσμενείς επιπτώσεις απο τη χρήση της μάσκας, τόσο σε ψυχολογικό όσο και σε κοινωνικό και σωματικό επίπεδο.

Ούτε οι ανώτεροι φορείς , όπως ο ΠΟΥ ή το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC), ούτε οι εθνικοί φορείς, όπως τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) , το γερμανικό RKI ή ακόμα και ο Ελληνικός ΕΟΔΥ, τεκμηριώνουν με έγκυρα επιστημονικά δεδομένα το όφελος της μάσκας στους κατοίκους (αναφορικά με τη μείωση του ρυθμού εξάπλωσης του COVID-19 στον πληθυσμό).

Σε αντίθεση με το επιστημονικά καθιερωμένο πρότυπο της ιατρικής που βασίζεται σε αποδείξεις, οι εθνικές και διεθνείς υγειονομικές αρχές έχουν δώσει τις θεωρητικές τους εκτιμήσεις για τις μάσκες στο κοινό, παρόλο που η υποχρεωτική χρήση μάσκας δίνει μια απατηλή αίσθηση ασφάλειας.

Από την άποψη της επιδημιολογίας των λοιμώξεων, οι μάσκες καθημερινής χρήσης ενέχουν τον κίνδυνο αυτομόλυνσης του χρήστη από το εσωτερικό και το εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένων των μολυσμένων χεριών. Επιπλέον, οι μάσκες διαποτίζονται από τον εκπνεόμενο αέρα, με αποτέλεσμα δυνητικά μολυσματικά παθογόνα από το ρινοφάρυγγα, αλλά και από τον αέρα του περιβάλλοντος, να συσσωρεύονται στο εξωτερικό και στο εσωτερικό της μάσκας. Ειδικότερα, εδώ πρέπει να αναφερθούν τα βακτήρια και οι μύκητες που προκαλούν σοβαρές λοιμώξεις, αλλά και οι ιοί. Η ασυνήθιστη αύξηση της ανίχνευσης ρινοϊών στις μετρήσεις sentinel του γερμανικού RKI από το 2020 θα μπορούσε να αποτελεί ένδειξη αυτού του φαινομένου.

Οι μάσκες, όταν φοριούνται από το ευρύ κοινό, θεωρούνται από τους επιστήμονες ότι ενέχουν κίνδυνο μόλυνσης, καθώς οι τυποποιημένοι κανόνες υγιεινής των νοσοκομείων δεν μπορούν να τηρηθούν από το ευρύ κοινό. Επιπλέον, οι χρήστες μάσκας (χειρουργικές, N95, υφασμάτινες μάσκες) εκπνέουν σχετικά μικρότερα σωματίδια (μέγεθος 0,3 έως 0,5 μm) από τα άτομα χωρίς μάσκα, και η ομιλία πιο δυνατά κάτω από μάσκες ενισχύει περαιτέρω αυτή την αυξημένη παραγωγή λεπτού αερολύματος από τον χρήστη της μάσκας (φαινόμενο νεφελοποίησης).

Η ιστορία της σύγχρονης εποχής δείχνει ότι ήδη κατά τη διάρκεια των πανδημιών γρίπης 1918-1919, 1957-58, 1968, 2002, κατά τη διάρκεια του SARS 2004-2005 καθώς και κατά τη διάρκεια της γρίπης 2009 οι μάσκες καθημερινής χρήσης δεν μπόρεσαν να επιτύχουν την προσδοκώμενη επιτυχία στην καταπολέμηση των σεναρίων ιογενούς λοίμωξης. Η εμπειρία αυτή οδήγησε σε επιστημονικές μελέτες που περιγράφουν ήδη από το 2009 ότι οι μάσκες σε καθημερινά σενάρια δεν είχαν καμία σημαντική επίδραση όσον αφορά τους ιούς. Ακόμη και αργότερα, επιστήμονες και ιδρύματα κατέταξαν τις μάσκες ως ακατάλληλες για την ασφαλή προστασία των χρηστών από ιογενείς αναπνευστικές λοιμώξεις. Ακόμη και όταν χρησιμοποιούνται στα νοσοκομεία, οι χειρουργικές μάσκες δεν προσφέρουν ισχυρές αποδείξεις προστασίας από τους ιούς.

Ακόμη και σε πρακτικές συγκρίσεις μεταξύ της Σουηδίας και της Λευκορωσίας, αφενός, και της υπόλοιπης Ευρώπης, καθώς και στις ΗΠΑ μεταξύ των πολιτειών με και χωρίς υποχρεωτική χρήση μάσκας, δεν υπάρχουν θετικές επιπτώσεις στη μείωση του αριθμού των λοιμώξεων ή στις ασθένειες οποιουδήποτε είδους. Ωστόσο, όπως δείχνει η παρούσα μετα-μελέτη, οι αρνητικές συνέπειες είναι σαφώς αποδεδειγμένες και τεκμηριωμένες από πολλές απόψεις.

Follow us: