Τα συμβόλαια της ΕΕ με την Pfizer-BioNTech και Moderna. Δικηγορικό γραφείο τα χαρακτηρίζει παράνομα

Είναι γνωστό ότι η Επιτροπή της ΕΕ έχει υπογράψει συμβάσεις για την αγορά corona-εμβολίων με διάφορες εταιρείες.

Μιας και οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνεχώς μιλούν για διαφάνεια, θεωρούμε άκρως προκλητικό το γεγονός οτι εν μέσω της “χειρότερη πανδημίας όλων των εποχών”(σύμφωνα με τα λεγόμενα των πολιτικών), τα συμβόλαια για την ένεση που θα μας…απελευθερώσει δεν έχουν δημοσιευθεί πουθενά. Το συμβόλαιο με την AstraZeneca(το οποίο έχουμε δημοσιεύσει εδώ) είναι το μοναδικό που έχει δημοσιευθεί στην επίσημη σελίδα της ΕΕ αλλα και αυτό αρκετά…μονταρισμένο. Οι συμβάσεις ήταν μυστικές, αλλά πλέον έχουν και στην περίπτωση της Pfizer-BioNTech και Moderna διαρρεύσει. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή έχει συνάψει συμβάσεις μόνο για γενετικά τροποποιημένα παρασκευάσματα, αλλά όχι για τα κλασικά εμβόλια που διατίθενται επίσης από διάφορους κατασκευαστές.

Σαν Ε.Υ.Ε θεωρούμε οτι οι πολίτες πρέπει να είναι ενημερωμένοι καθώς, συμβόλαια σαν και αυτά που έχουν να κάνουν με την σωματική αλλα και ψυχική υγεία (κρίνοντας απο τις παρενέργειες που έχουν μεχρι τώρα αναφερθεί) των πολιτών, θα πρέπει να είναι προσβάσιμα στο ευρύ κοινό.

Τον Ιούλιο του 2020, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τροποποίησαν τον κανονισμό για τη χρήση φαρμάκων που περιέχουν ή αποτελούνται από γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς, ο οποίος ίσχυε μέχρι τότε, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η χρήση γενετικά τροποποιημένων εμβολίων. Πολύ ευνοϊκοί όροι χορηγήθηκαν στις εξαιρετικά εκτεταμένες συμβάσεις με την Pfizer-Biontech (104 σελίδες) και τη Moderna (69 σελίδες). Οι εταιρείες δεν χρειάζεται να παρέχουν εγγυήσεις αποτελεσματικότητας, ούτε να αναλαμβάνουν την ευθύνη για τυχόν ζημίες που προκαλούνται από τα παρασκευάσματα.

Τα κράτη μέλη και συνεπώς, οι φορολογούμενοι – που είναι οι αγοραστές των εμβολίων -, αναλαμβάνουν τελικά όλη την ευθύνη και τις συνέπειες για ζημίες ή αναποτελεσματικότητα. Είναι σημαντικό για την εμπιστοσύνη του κοινού να αναλάβουν οι κατασκευαστές την ευθύνη τους για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας των εμβολίων.

Δεδομένου ότι το οικονομικό βάρος της αστικής ευθύνης έναντι τρίτων βαρύνει τελικά (σχεδόν) εξ ολοκλήρου τα κράτη μέλη, οι κατασκευαστές δεν έχουν πλέον κανένα πραγματικό κίνητρο να προμηθεύουν και να εγγυώνται αποτελεσματικά και ασφαλή εμβόλια. Κατά συνέπεια, η υποχρέωση των κατασκευαστών δεν έχει καμία ουσία.

Ωστόσο, οι φαρμακευτικές εταιρείες κερδίζουν τεράστια χρήματα από τα εμβόλια και τα τέστ, όπως σημειώνει ο συγγραφέας Ernst Wolff: “Αυτό που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν συνειδητοποιούν είναι ότι η φαρμακευτική βιομηχανία ξαφρίζει αυτή τη στιγμή όπως καμία βιομηχανία δεν έχει ξαφρίσει ποτέ στην ιστορία ολόκληρης της οικονομίας”.

Η βελγική ένωση Notre Bon Droit, στην οποία διέρρευσαν οι συμβάσεις, έλαβε γνωμοδότηση από το δικηγορικό γραφείο De Bandt CV / SC σχετικά με τη νομική εγκυρότητα των συμβάσεων. Η γνωμοδότηση είναι αρνητική, οι δικηγόροι θεωρούν τις συμβάσεις παράνομες και συνεπώς άκυρες. Την γνωμοδότηση μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Η Notre Bon Droit εξέδωσε το ακόλουθο δελτίο τύπου σχετικά με το θέμα:

Η βελγική ένωση “Notre Bon Droit” ζήτησε από γνωστή ευρωπαϊκή δικηγορική εταιρεία νομική γνωμοδότηση σχετικά με τη νομιμότητα των ρητρών αποποίησης ευθύνης και εγγύησης που χορηγήθηκαν στους κατασκευαστές των εμβολίων COVID-19. Οι ρήτρες αυτές διέπονται από το βελγικό δίκαιο σύμφωνα με τη συμφωνία μεταξύ των μερών.

Συνοψίζοντας, οι ρήτρες αυτές είναι, εκ πρώτης όψεως, άκυρες:

  • Επειδή οι κατασκευαστές δεν εγγυώνται την ελάχιστη αποτελεσματικότητα των εμβολίων που διαθέτουν στην αγορά,
  • Επειδή οι κατασκευαστές δεν αναλαμβάνουν καμία πραγματική ευθύνη για τυχόν βλάβες που μπορεί να προκαλέσουν αυτά τα εμβόλια,
  • Διότι τα κράτη μέλη (και συνεπώς οι φορολογούμενοι), που είναι οι αγοραστές των εμβολίων, αναλαμβάνουν τελικά όλη την ευθύνη και τις συνέπειες από την άποψη της ζημίας ή της αναποτελεσματικότητας.
  • Είναι σημαντικό για την εμπιστοσύνη του κοινού να αναλάβουν οι κατασκευαστές την ευθύνη να διασφαλίσουν ότι τα εμβόλια είναι αποτελεσματικά και ασφαλή.

Η Notre Bon Droit καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη της ΕΕ να επαναδιαπραγματευτούν αυτές τις συμβάσεις προς το συμφέρον των πολιτών.

Η γνωμοδότηση καταλήγει:

Οι ρήτρες σύμφωνα με τις οποίες οι κατασκευαστές εμβολίων δεν εγγυώνται ούτε είναι υπεύθυνοι για την αποτελεσματικότητα και την απουσία παρενεργειών θα πρέπει να θεωρηθούν εξαρχής παράνομες σύμφωνα με το βελγικό δίκαιο περί συμβάσεων. Πράγματι, οι ρήτρες αυτές αποσκοπούν στο να απαλλάξουν τους κατασκευαστές από την κύρια υποχρέωσή τους (να παραδώσουν και να εγγυηθούν κάτι σύμφωνα με τη σύμβαση), αλλά επίσης -και κυρίως- στο να αφαιρέσουν από τη σύμβαση την ουσία της και κάθε χρήσιμο αποτέλεσμα.

Οι ρήτρες που απαιτούν από τα κράτη μέλη (ως αγοραστές του προϊόντος) να αναλαμβάνουν την υποχρέωση να αποζημιώνουν τους κατασκευαστές (ως πωλητές του προϊόντος) έναντι (σχεδόν) κάθε ζημίας που μπορεί να προκαλέσουν τα εμβόλια σε τρίτους (εμβολιαζόμενους) είναι, εκ πρώτης όψεως, προβληματικές. Δεδομένου ότι το οικονομικό βάρος της αστικής ευθύνης έναντι τρίτων βαρύνει τελικά (σχεδόν) εξ ολοκλήρου τα κράτη μέλη, οι κατασκευαστές δεν έχουν πλέον κανένα πραγματικό κίνητρο να προμηθεύουν και να εγγυώνται αποτελεσματικά και ασφαλή εμβόλια. Κατά συνέπεια, η υποχρέωση των κατασκευαστών δεν έχει καμία ουσία.

Παρ’ όλα αυτά, ο δικαστής μπορεί να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια να εξετάσει τις εξαιρετικές περιστάσεις που περιβάλλουν την παραγωγή των εμβολίων COVID-19 και τα συνολικά οικονομικά μεγέθη των συμβάσεων, προκειμένου να “μετριάσει” την προφανή παρανομία των ρητρών αυτών. Είναι επίσης πιθανό ο δικαστής να επικυρώσει τις ρήτρες εάν ο κατασκευαστής καταφέρει να αποδείξει ότι, κατά τη στιγμή της εμπορίας του εμβολίου COVID-19, δεν ήταν σε θέση να προβλέψει, υπό το πρίσμα της κατάστασης των επιστημονικών γνώσεων, την ύπαρξη σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών ή/και την αναποτελεσματικότητα του εν λόγω εμβολίου.

Αυτή η νομική γνωμοδότηση υπογραμμίζει την οικονομική επιβάρυνση των Βέλγων και των Ευρωπαίων φορολογουμένων. Είναι αφύσικο οι φορολογούμενοι να επιβαρύνονται με το κόστος οποιασδήποτε ζημίας που προκαλείται από τα εμβόλια COVID-19, επιπλέον του τεράστιου κόστους που συνδέεται με την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης.

Θέτει επίσης το ζήτημα της εμπιστοσύνης του κοινού στον εμβολιασμό ενάντια στην COVID-19. Για να αποκατασταθεί αυτή η εμπιστοσύνη, είναι ζωτικής σημασίας οι κατασκευαστές να εγγυώνται πλήρως και ανοιχτά την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια των εμβολίων και να αναλαμβάνουν πλήρως την ευθύνη για κάθε βλάβη που προκαλούν.

Ως εκ τούτου, η “Notre Bon Droit” καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη της ΕΕ να επαναδιαπραγματευθούν επειγόντως τις σχετικές συμβάσεις και, σε αντίθετη περίπτωση, να προσφύγουν στα αρμόδια βελγικά δικαστήρια για να κηρυχθούν άκυρες οι εν λόγω ρήτρες.

Σε συμφωνία με το δικηγορικό γραφείο και σύμφωνα με την εντολή του, το “Notre Bon Droit” είναι έτοιμο να αποστείλει αντίγραφο της παρούσας νομικής γνωμοδότησης στα μέλη των εθνικών κοινοβουλίων και κυβερνήσεων, καθώς και στα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου: Contact@notrebondroit.be

Follow us: