Το δίλημμα του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα

Για τη μετάφραση και επιμέλεια στα Ελληνικά από “The European Times”
Σωτήριος Πλαγιανός, Κοινωνιολόγος
sotplag@yahoo.com

Το Συμβούλιο της Ευρώπης βρέθηκε σε ένα σοβαρό δίλημμα ανάμεσα αφενός σε δύο δικές του συμβάσεις οι οποίες περιέχουν διατάξεις βασισμένες σε ξεπερασμένες πολιτικές διακρίσεων από το πρώτο μισό του 20ού αιώνα και αφετέρου στα σύγχρονα ανθρώπινα δικαιώματα όπως αυτά προωθούνται από τα Ηνωμένα Έθνη. Αυτό γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο καθώς επρόκειτο να οριστικοποιηθεί ένα αμφιλεγόμενο κείμενο που συνέταξε η Επιτροπή Βιοηθικής του Συμβουλίου της Ευρώπης. Φαίνεται ότι οι Επιτροπές του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι δέσμιες, επειδή έπρεπε να επιβάλουν ένα κείμενο Σύμβασης το οποίο στην πραγματικότητα διαιωνίζει ένα φάντασμα της Ευγονικής στην Ευρώπη.

Η Διοικούσα Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης συνεδρίασε την Πέμπτη 25 Νοεμβρίου για να ενημερωθεί μεταξύ άλλων για το έργο του άμεσα υφισταμένου οργάνου της, της Επιτροπής Βιοηθικής. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή Βιοηθικής, κατ’ επέκταση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Βιοϊατρική (Συνθήκη του Οβιέδο), είχε συντάξει μια πιθανή νέα νομική πράξη που ρυθμίζει την προστασία των προσώπων κατά τη χρήση καταναγκαστικών μέτρων στην ψυχιατρική. Ήταν να οριστικοποιηθεί στη συνεδρίαση της Επιτροπής στις 2 Νοεμβρίου.Κατά τη διαδικασία σύνταξης αυτού του πιθανού νέου νομικού μέσου (τεχνικά είναι ένα Πρωτόκολλο το οποίο τροποποιεί μια Σύμβαση), η Επιτροπή Βιοηθικής έχει υποστεί συνεχείς επικρίσεις και και έχει γίνει αποδέκτης διαμαρτυριών από ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων μερών. Αυτό περιλαμβάνει τις Ειδικές Διαδικασίες των Ηνωμένων Εθνών, το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, τον Επίτροπο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του ίδιου του Συμβουλίου της Ευρώπης, την Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης και πολυάριθμους οργανισμούς και εμπειρογνώμονες που υπερασπίζονται τα δικαιώματα των ατόμων με ψυχοκοινωνικές αναπηρίες.

Το σχέδιο κειμένου υποβλήθηκε στη Διοικούσα Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

Η Γραμματέας της Επιτροπής Βιοηθικής, κα Laurence Lwoff, παρουσίασε αυτήν την Πέμπτη στη Διοικούσα Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων την απόφαση της Επιτροπής Βιοηθικής να μην κάνει τελική συζήτηση επί του κειμένου και να μην ψηφίσει για το κατά πόσον αυτό είναι αναγκαίο και για το κατά πόσον αυτό συμμορφώνεται με τα διεθνή ανθρώπινα δικαιώματα. Επισήμως αυτό εξηγήθηκε ως αλλαγή της ψηφοφορίας. Αντί να ληφθεί μια τελική θέση για την έγκριση ή την υιοθέτηση του σχεδιαζόμενου Πρωτοκόλλου, αποφασίστηκε ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να ψηφίσει εάν θα πρέπει ή όχι να αποστείλει το σχέδιο κειμένου στο όργανο λήψης αποφάσεων του Συμβουλίου της Ευρώπης, την Επιτροπή Υπουργών, «ενόψει μιας απόφασης». Αυτό σημείωσε η Διοικούσα Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.

Η Επιτροπή Βιοηθικής το είχε εγκρίνει αυτό κατά πλειοψηφία στη συνεδρίασή της στις 2 Νοεμβρίου. Η ενέργεια αυτή δεν είχε μείνει ασχολίαστη. Η εκπρόσωπος της Φινλανδίας στην Επιτροπή Βιοηθικής, κα Mia Spolander, ψήφισε υπέρ της αποστολής του σχεδίου πρωτοκόλλου, αλλά επεσήμανε ότι «Δεν πρόκειται για ψηφοφορία για την έγκριση του κειμένου του σχεδίου πρόσθετου πρωτοκόλλου. Αυτή η αντιπροσωπεία ψήφισε υπέρ της αποστολής, διότι βλέπουμε ότι υπό τις παρούσες συνθήκες, αυτή η Επιτροπή δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς περαιτέρω καθοδήγηση από την Επιτροπή Υπουργών».

Πρόσθεσε ότι ενώ χρειάζονται οι απαραίτητες νομικές διασφαλίσεις για τα άτομα που υποβάλλονται σε ακούσιο εγκλεισμό και ακούσια θεραπεία σε υπηρεσίες ψυχικής φροντίδας, «δεν μπορεί να αγνοηθεί η εκτεταμένη κριτική στην οποία έχει υποβληθεί αυτό το προσχέδιο». Ανάλογες δηλώσεις έκαναν και τα μέλη της επιτροπής από την Ελβετία, τη Δανία και το Βέλγιο.

Η Πρόεδρος της Επιτροπής Βιοηθικής, Dr. Ritva Halila, είπε στους European Times ότι «Η Φινλανδική αντιπροσωπεία εξέφρασε τις απόψεις της λαμβάνοντας επίσης υπόψη τις διαφορετικές απόψεις που εστάλησαν στην κυβέρνηση από διαφορετικά κόμματα. Υπάρχουν βέβαια διαφορές στις απόψεις και τις γνώμες, όπως σε όλα τα δύσκολα ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν κατά την ανάπτυξη εθνικής νομοθεσίας».

Κριτική επί του συνταχθέντος κειμένου

Μεγάλο μέρος της κριτικής κατά της συνταχθείσας πιθανής νέας νομικής πράξης του Συμβουλίου της Ευρώπης αναφέρεται στη μετατόπιση του επιστημονικού και κοινωνικού Παραδείγματος και στην αναγκαιότητα της εφαρμογής του στην πράξη, η οποία υλοποιήθηκε με την υιοθέτηση το 2006 μιας Διεθνούς Συνθήκης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία (CRPD). Η Σύμβαση εξυμνεί την ανθρώπινη διαφορετικότητα και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Το κεντρικό μήνυμά της είναι ότι τα άτομα με αναπηρία δικαιούνται το πλήρες φάσμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών χωρίς διακρίσεις.

Η κύρια ιδέα πίσω από τη Σύμβαση είναι η απομάκρυνση από μια φιλανθρωπική ή ιατρική προσέγγιση της αναπηρίας με κατεύθυνση προς μια προσέγγιση βασισμένη στα ανθρώπινα δικαιώματα. Η Σύμβαση προωθεί την πλήρη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία σε όλους τους τομείς της ζωής. Αμφισβητεί τα έθιμα και τη συμπεριφορά που βασίζεται σε στερεότυπα, προκαταλήψεις, επιβλαβείς πρακτικές και στίγμα σχετικά με τα άτομα με αναπηρία.

Η Dr. Ritva Halila είπε στους European Times ότι επιμένει ότι το νέο νομικό μέσο (Πρωτόκολλο) που συντάχθηκε δεν έρχεται σε καμία περίπτωση σε αντίθεση με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία (UN CRPD).

Η Dr. Halila εξήγησε ότι «η ασθένεια είναι μια κατάσταση, οξεία ή χρόνια, που βασίζεται στην αλλαγή του σώματος και μπορεί είτε να θεραπευτεί είτε τουλάχιστον να ανακουφιστεί. Η αναπηρία είναι συχνά μια σταθερή κατάσταση ενός ατόμου που συνήθως δεν χρειάζεται να θεραπευτεί. Ορισμένες ψυχιατρικές ασθένειες μπορεί να προκαλέσουν ψυχική ή ψυχοκοινωνική αναπηρία, αλλά τα περισσότερα άτομα με αναπηρίες δεν εμπίπτουν στην κατηγορία αυτού του πρωτοκόλλου».

Πρόσθεσε ότι «Το πεδίο εφαρμογής της CRPD του ΟΗΕ είναι πολύ ευρύ. Δεν βασίζεται σε ιατρική διάγνωση αλλά συχνά σε σταθερές ανικανότητες και σε ανάγκη υποστήριξης για να μπορεί κάποιος να ζει μια όσο το δυνατόν πιο φυσιολογική ζωή. Αυτές οι εκφράσεις συγχέονται αλλά δεν είναι ίδιες. Επίσης, η CRPD ενδέχεται να καλύπτει άτομα με χρόνιες ψυχιατρικές διαταραχές που μπορεί επίσης να προκαλούν –ή μπορεί να βασίζονται σε– αναπηρία, αλλά δεν είναι όλοι οι ψυχιατρικοί ασθενείς άτομα με αναπηρία».

Η παλιά έναντι της νέας έννοιας της αναπηρίας

Ωστόσο αυτή η έννοια της αναπηρίας, ότι αποτελεί δηλαδή μια κατάσταση που είναι εγγενής στο άτομο, είναι ακριβώς αυτό που στοχεύει να αντιμετωπίσει η CRPD του ΟΗΕ: η λανθασμένη ιδέα ότι το άτομο προκειμένου να θεωρηθεί ικανό να συντηρήσει τον εαυτό του πρέπει να «θεραπευθεί» από τη βλάβη ή τουλάχιστον η βλάβη πρέπει να μειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο. Σε αυτή την παλαιότερη άποψη δεν λαμβάνονται υπόψη οι περιβαλλοντικές συνθήκες και η αναπηρία είναι ένα ατομικό πρόβλημα. Τα άτομα με αναπηρία είναι άρρωστα και πρέπει να διορθωθούν προκειμένου να φτάσουν στην κανονικότητα.

Η προσέγγιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για την αναπηρία που υιοθετήθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη αναγνωρίζει τα άτομα με αναπηρία ως υποκείμενα των δικαιωμάτων και η Πολιτεία και οι άλλοι φορείς έχουν την ευθύνη να σέβονται αυτά τα άτομα. Αυτή η προσέγγιση θέτει το άτομο στο επίκεντρο και όχι την αναπηρία του/της, αναγνωρίζοντας τις αξίες και τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία ως μέρος της κοινωνίας. Θεωρεί ότι τα εμπόδια στην κοινωνία εισάγουν διακρίσεις και παρέχει τρόπους για τα άτομα με αναπηρία να διαμαρτύρονται όταν αντιμετωπίζουν τέτοια εμπόδια. Αυτή η βασισμένη στα δικαιώματα προσέγγιση της αναπηρίας δεν καθοδηγείται από τη συμπόνια, αλλά από την αξιοπρέπεια και την ελευθερία.

Μέσω αυτής της ιστορικής αλλαγής Παραδείγματος, η CRPD του ΟΗΕ ανοίγει νέους δρόμους και απαιτεί νέο τρόπο σκέψης. Η εφαρμογή του απαιτεί καινοτόμες λύσεις και εγκατάλειψη των απόψεων του παρελθόντος.

Η Dr. Ritva Halila διευκρίνισε στους European Times ότι διάβασε το άρθρο 14 της CRPD του ΟΗΕ κατά τα τελευταία χρόνια αρκετές φορές σε σχέση με την προετοιμασία του Πρωτοκόλλου. Και ότι «Στο άρθρο 14 της CRPD τονίζω την αναφορά στο νόμο για τους περιορισμούς της προσωπικής ελευθερίας και τις εγγυήσεις για την προστασία των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία».

Η Dr. Halila σημείωσε ότι «Συμφωνώ πλήρως με το περιεχόμενο αυτού του άρθρου και νομίζω και ερμηνεύω ότι δεν υπάρχει διαφωνία με το συνταχθέν Πρωτόκολλο της Επιτροπής Βιοηθικής, ακόμα κι αν η Επιτροπή Ατόμων με Αναπηρία του ΟΗΕ έχει ερμηνεύσει αυτό το άρθρο με άλλο τρόπο. Το έχω συζητήσει με πολλούς ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων των δικηγόρων των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των ατόμων με αναπηρία, και από όσο καταλαβαίνω, έχουν συμφωνήσει μαζί τους [η Επιτροπή CRPR του ΟΗΕ]».

Η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία στο πλαίσιο της δημόσιας ακρόασης το 2015 εξέδωσε την αδιαμφισβήτητη δήλωση προς την Επιτροπή Βιοηθικής του Συμβουλίου της Ευρώπης ότι «ο ακούσιος εγκλεισμός ή η ιδρυματοποποίηση όλων των ατόμων με αναπηρία, και ιδιαίτερα των ατόμων με διανοητικές ή ψυχοκοινωνικές αναπηρίες, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με “ψυχικές διαταραχές”, είναι εκτός νόμου κατά το διεθνές δίκαιο δυνάμει του άρθρου 14 της Σύμβασης και συνιστά αυθαίρετη και μεροληπτική στέρηση της ελευθερίας των ατόμων με αναπηρία, καθώς πραγματοποιείται στη βάση πραγματικής ή θεωρούμενης αναπηρίας».

Η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών επεσήμανε περαιτέρω στην Επιτροπή Βιοηθικής του Συμβουλίου της Ευρώπης ότι τα κράτη μέλη πρέπει «να καταργήσουν τις πολιτικές, τις νομοθετικές και διοικητικές διατάξεις που επιτρέπουν ή επιβάλλουν αναγκαστική θεραπεία, καθώς συνιστούν συνεχή παραβίαση των νόμων για την ψυχική υγεία σε όλο τον κόσμο και παραβλέπουν τα εμπειρικά στοιχεία που δείχνουν έλλειψη αποτελεσματικότητας και τις απόψεις των ανθρώπων που χρησιμοποιούν συστήματα ψυχικής υγείας οι οποίοι έχουν βιώσει βαθύ πόνο και τραύμα ως αποτέλεσμα της αναγκαστικής θεραπείας».

Το απαρχαιωμένο κείμενο της σύμβασης

Ωστόσο, η Επιτροπή Βιοηθικής του Συμβουλίου της Ευρώπης συνέχισε τη διαδικασία σύνταξης του νέου πιθανού νομικού μέσου με αναφορά σε ένα κείμενο που είχε διατυπώσει η ίδια η Επιτροπή το 2011 με τίτλο: «Δήλωση για τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία». Η δήλωση στο βασικό της σημείο φαίνεται να αφορά την CRPD του ΟΗΕ, ωστόσο στην πραγματικότητα λαμβάνει υπόψη μόνο τη Σύμβαση της ίδιας της Επιτροπής, τη Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Βιοϊατρική (Σύμβαση του Οβιέδο, 1997), και το έργο αναφοράς της – την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (ΕΣΔΑ, 1950)

Το άρθρο 7 της Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Βιοϊατρική περιγράφει ότι πρέπει να ισχύουν προστατευτικές συνθήκες εάν ένα άτομο που έχει ψυχική διαταραχή σοβαρής φύσης υποβάλλεται σε καταναγκαστικά μέτρα στην ψυχιατρική. Το άρθρο είναι συνέπεια και προσπάθεια περιορισμού της βλάβης που μπορεί να προκληθεί εάν το άρθρο 5 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα εφαρμοστεί με την κυριολεκτική του έννοια.

Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που συντάχθηκε το 1949 και το 1950 επιτρέπει την επ’ αόριστον στέρηση της ελευθερίας των «φρενοβλαβών ατόμων» για το μοναδικό λόγο ότι τα άτομα αυτά έχουν μια ψυχοκοινωνική αναπηρία. Το κείμενο διατυπώθηκε από τους εκπροσώπους του Ηνωμένου Βασιλείου, της Δανίας και της Σουηδίας, με επικεφαλής τους Βρετανούς, προκειμένου να καθαγιάσει τις βασιζόμενες στην Ευγονική νομοθεσία και πρακτικές που ίσχυαν σε αυτές τις χώρες κατά τη στιγμή της διατύπωσης της Σύμβασης.

«Κατά τον ίδιο τρόπο όπως και για τη Σύμβαση του Οβιέδο, πρέπει να κατανοήσουμε ότι η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (ΕΣΔΑ) είναι μια πράξη που χρονολογείται από το 1950 και το κείμενο της ΕΣΔΑ αντικατοπτρίζει μια ξεπερασμένη και απαρχαιωμένη προσέγγιση όσον αφορά τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία».

κα Catalina Devandas-Aguilar, Ειδική Εισηγήτρια του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία.
«Ενώ λαμβάνουν χώρα παγκοσμίως προσπάθειες για τη μεταρρύθμιση της πολιτικής για την ψυχική υγεία, μας εκπλήσσει το γεγονός ότι το Συμβούλιο της Ευρώπης, ένας σημαντικός περιφερειακός οργανισμός ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σχεδιάζει να υιοθετήσει μια συνθήκη που θα αποτελούσε μια οπισθοδρόμηση η οποία θα ανέτρεπε όλες τις θετικές εξελίξεις στην Ευρώπη και θα έδινε το έναυσμα για ένα ανατριχιαστικό αποτέλεσμα αλλού στον κόσμο».

Εμπειρογνώμονες των Ηνωμένων Εθνών, σε δήλωση της 28ης Μαΐου 2021 προς το Συμβούλιο της Ευρώπης. Υπογράφεται μεταξύ άλλων από τον Ειδικό Εισηγητή για τα δικαιώματα στην υψηλότερη δυνατή κατάσταση σωματικής και ψυχικής υγείας, τον Ειδικό Εισηγητή για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία και την Επιτροπή CRPD του ΟΗΕ.

Ημερομηνία δημοσίευσης: 02.12.2021

Follow us: